προβατόβους

προβατόβους
ο, Ν
ζωολ. παλαιότερη λόγια ονομασία είδους αγριοπροβάτων, πιθανώς τού μπίγκχορν, που ζει στη Βόρεια Αμερική από τον Καναδά ώς την Αλάσκα και ίσως στη Σιβηρία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Μουσείο, Ζωολογικό Πανεπιστημίου Αθηνών — Στεγάζεται από το 1988 σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο 1.600 τ.μ. του πρώτου ορόφου του κτιρίου των Θετικών Επιστημών, στην Πανεπιστημιούπολη Zωγράφου. Η πλούσια συλλογή του περιλαμβάνει είδη ζώων από όλες τις κατηγορίες και θεωρείται μία από τις… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”